Agios-Gregorios-Palamas-18-734×1024.jpg

Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, Ομιλία εις τον Ευαγγελισμόν της Πανυπεράγνου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας (Ομιλία ΙΔ‘)*/ Hl. Gregor Palamas, Homilie zum Hl. Fest der Verkündigung am 25. März**

Ὁ ψαλμωδὸς προφήτης, ἀπαριθμούμενος τὰ τῆς κτίσεως εἴδη καὶ τὴν ἐν αὐτοῖς σοφίαν τοῦ Θεοῦ καθορών, τοῦ θαύματος ὅλος γεγονώς, μεταξὺ γράφων ἐξεβόησεν˙ «ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου Κύριε, πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας». Ἐμοὶ δὲ νῦν, τὶς ἐφαρμόσει λόγος πρὸς ὕμνον ἐξαγγέλειν πειρωμένῳ πρὸς δύναμιν τὴν διὰ σαρκὸς ἐπιφάνειαν τοῦ τὰ πάντα κτίσαντος Λόγου;

Εἰ γὰρ θαύματος γέμει τα ὄντα καὶ τὸ ἐκ μὴ ὄντων ταῦτα προελθεῖν εἰς τὰ ὄντα θεῖον καὶ πολυύμνητον, πόσῳ θαυμασιώτερον καὶ θειότερον καὶ παρ’ ἡμῶν ὑμνεῖσθαι ἀναγκαιότερον, τὸ γενέσθαι τί τῶν ὄντων Θεόν, καὶ οὐχ ἁπλῶς Θεόν, ἀλλὰ τὸν ὄντως ὄντα Θεόν, καὶ ταῦτα την μηδὲ φυλάξαι δυνηθεῖσαν ἢ βουληθεῖσαν τὸ καθὸ γέγονεν ἡμετέραν φῦσιν, καὶ διὰ τοῦτο δικαίως εἰς τὰ κατώτατα τῆς γῆς ἀπωσθείσαν; τοσοῦτο γὰρ μέγα καὶ θεῖον, ἀπόρρητόν τε καὶ ἀνενόητον, τὸ τὴν ἡμετέραν φῦσιν γενέσθαι ὀμόθεον καὶ δι’ αὐτῆς ἡμῖν χαρισθῆναι την ἐπὶ τὸ κρεῖττον ἐπάνοδον, ὡς καὶ τοῖς ἁγίοις ἀγγέλοις τε καὶ ἀνθρώποις, καὶ αὐτοῖς τοῖς προφήταις, καίτοι διὰ Πνεύματος ὁρῶσιν, ἀνεπίγνωστον ὄντως μένειν, ἀπὸ τοῦ αἰῶνος ὑπάρχον κεκρυμμένον μυστήριον. Καὶ τί λέγω, πρὶν εἰς πέρας ἐλθεῖν;

Καὶ γεγονὸς γάρ, οὐχ ὅτι γέγονεν, ἂλλ’ ὅπως γέγονε, πάλιν μυστήριον μένει, πιστευόμενον ἂλλ’ οὐ γινωσκόμενον, προσκυνούμενον ἂλλ’ οὐ πολυπραγμονούμενον, καὶ προσκυνούμενόν τε καὶ πιστευόμενον διὰ μόνου τοῦ Πνεύματος˙ «οὐδεὶς γὰρ δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν, εἰμὴ ἐν Πνεύματι ἁγίῳ», καὶ τὸ Πνεῦμὰ ἐστὶ δι΄ου προσκυνοῦμεν καὶ δι’ οὐ προσευχόμεθα, φησὶν ὁ ἀπόστολος.

Ὅτι δὲ μὴ τοῖς ἀνθρώποις μόνον, ἀλλὰ καὶ τοῖς ἀγγέλοις καὶ τοῖς ἀρχαγγέλοις αὐτοῖς ἀπερινόητόν ἐστὶ τὸ μυστήριον τοῦτο, παρίστησι σαφῶς καὶ τὸ παρ’ ἡμῶν ἑορταζόμενον σήμερον. Εὐηγγελίσατο μὲν γὰρ ὁ ἀρχάγγελος τὴ Παρθένω τὴν σύλληψιν˙ τῆς δὲ μαθεῖν ζητούσης τὸν τρόπον καὶ πρὸς αὐτὸν εἰπούσης, «πῶς ἔσται μοὶ τοῦτο, ἐπεὶ ἄνδρα οὐ γινώσκω;». μηδαμὼς ἔχων ὁ ἀρχάγγελος ἑρμηνεῦσαι τὸν τρόπον, ἐπὶ τὸν Θεὸν καὶ οὗτος κατέφυγε, «Πνεῦμα λέγων ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ καὶ δύναμις Ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι»*




Ο ψαλμωδός προφήτης, απαριθμώντας τα είδη της δημιουργίας και καθορώντας την αποτεθειμένη σ’ αυτά σοφία του Θεού, γεμάτος θαυμασμό ολόκληρος, εκεί που έγραφε ανεφώνησε˙ «πόσο μεγαλοπρεπή είναι τα έργα σου, Κύριε, όλα τα έπλασες με σοφία». Σ’ εμένα τώρα, που επιχειρώ να εξαγγείλω κατά δύναμι την σαρκική επιφάνεια του Λόγου που έκτισε τα πάντα, ποιός λόγος θα μου αρκέση για εξύμνηση;

Εάν πραγματικά τα όντα είναι γεμάτα θαύμα και το ότι αυτά προήλθαν στην ύπαρξι από μη όντα είναι θείο και πολυύμνητο, πόσο θαυμασιώτερο και θειότερο είναι και πόσο αναγκαιότερο είναι να υμνήται από μας το να γίνη κάποιο από τα όντα θεός, και όχι απλώς θεός, αλλά ό όντως ων Θεός, και μάλιστα η φύσις μας που δεν μπόρεσε ή δεν θέλησε ούτε τον χαρακτήρα κατά τον οποίο έγινε να φυλάξη και γι’ αυτό δικαίως απωθήθηκε στα κατώτατα μέρη της γης; Διότι τόσο μεγάλο και θείο, τόσο απόρρητο και ακατανόητο είναι το ότι η φύσις μας έγινε ομόθεος και ότι δι’ αυτής μας εχαρίσθηκε η επάνοδος στο καλύτερο, ώστε τούτο και στους αγίους αγγέλους και στους ανθρώπους, ακόμη και στους προφήτες, αν και αυτοί βλέπουν δια Πνεύματος, να μένη στην πραγματικότητα ανεπίγνωστο, μυστήριο που είναι κρυμμένο από τον αιώνα. Και γιατί αναφέρω μόνο πριν πραγματοποιηθή;

Διότι και όταν έγινε, πάλι μένει μυστήριο, όχι βέβαια ότι έγινε αλλά πως έγινε˙ μυστήριο πιστευόμενο αλλά μη γινωσκόμενο, προσκυνούμενο, αλλά μη πολυπραγμονούμενο, προσκυνούμενο δε και πιστευόμενο δια μόνου του Πνεύματος˙ «διότι κανείς δεν μπορεί να ειπή Κύριον Ιησού, παρά στο άγιο Πνεύμα», και το Πνεύμα είναι αυτό δια του οποίου προσκυνούμε και δια του οποίου προσευχόμαστε, λέγει ο απόστολος.

Ότι δε το μυστήριο τούτο είναι ακατανόητο, όχι μόνο στους ανθρώπους, αλλά και στους αγγέλους και τους αρχαγγέλους, αποδεικνύει σαφώς και το γεγονός που εορτάζεται από εμάς σήμερα. Ο αρχάγγελος ευαγγελίσθηκε στην Παρθένο τη σύλληψι˙ όταν δε αυτή αναζητούσε τον τρόπο κι είπε προς αυτόν, «πώς θα μου συμβή τούτο, αφού δεν γνωρίζω άνδρα;», μη μπορώντας να ερμηνεύση τον τρόπο κατά κανένα τρόπο ο αρχάγγελος, κατέφυγε και αυτός προς τον Θεό, λέγοντας «Πνεύμα άγιο θα έλθη σ’ εσέ και δύναμις Υψίστου θα σε επισκιάση»…


Als der Prophet und Psalmist David die verschiedenen Arten von Geschöpfen aufzählte und Gottes Weisheit in ihnen gewahrte, rief er mitten im Schreiben voller Bewunderung aus: „Wie groß sind Deine Werke, Herr, alle hast Du in Weisheit erschaffen!“ (Ps 103,24). Mir aber, der ich nun versuche, über das Erscheinen im Fleische des alles erschaffenden Logos zu reden, soweit es möglich ist, welches Wort wird mir genügen zum würdigen Lobpreis?

Denn wenn schon die Geschöpfe voll der Wunder sind und ihr Hervorbringen aus dem Nichtsein ins Sein göttlich und allen Lobpreises würdig ist, wieviel wunderbarer, göttlicher und unseres Lobpreises würdiger noch ist, wenn eines der Geschöpfe Gott wird, nicht einfach ein Gott, sondern der in Wahrheit seiende Gott, und das zudem eine Natur wie die unsere, die nicht imstand oder nicht gewillt war, das Bild zu bewahren, nach dem sie erschaffen worden war, weshalb sie zu Recht in die untersten Bereiche der Erde verbannt wurde!

Das Gleichwerden unserer Natur mit Gott und der uns dadurch geschenkte Wiederaufstieg zum Höheren ist in der Tat etwas so Erhabenes und Göttliches, Unaussprechliches und Unbegreifliches, dass es selbst für die heiligen Engel und Menschen, selbst für die Propheten, die es im Heiligen Geist schauten, in Wirklichkeit unfaßbar blieb – ein von Ewigkeit her verborgenes Mysterium. Und was rede ich nur von der Zeit, bevor es geschah?

Selbst nachdem es geschehen  ist, bleibt es ein Mysterium, nicht das Geschehnis an sich, sondern die Art, wie es geschah. Ein Mysterium, das geglaubt wird, nicht verstanden, das verehrt wird, nicht erforscht, und zwar geglaubt und verehrt allein kraft des Heiligen Geistes. „Denn keiner vermag zu sagen: Herr Jesus, außer im Heiligen Geist“ (1 Kor 12,3), ist es doch der Heilige Geist, kraft Dem wir verehren und
kraft Dem wir beten, wie der Apostel sagt (s. Röm 8,26).


*Γρηγορίου Παλαμά. Άπαντα τα έργα. Εισαγωγή, κείμενο, μετάφρασις, σχόλια από τον Παναγιώτη Κ. Χρήστου. (ΕΠΕ). τ. 1-11, Πατερικαί εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1981-1986.

**Dies ist die 14. der insgesamt 63 erhaltenen Homilien des hl. Gregor Palamas, Erzbischof von Thessaloniki (1296-1359, siehe Das Synaxarion am 14. November sowie seine Biographie in: Hl. Gregor Palamas, Der Weg der Läuterung, Chania 2008). Griech. Urtext, unter dem Titel Homilie zur Verkündigung an unsere Allerreinste Gebieterin, die Gottgebärerin und Ewigjungfräuliche Maria“) , in EPE GregPal Bd. 9. Deutsche Übersetzung vom Kloster des Hl. Johannes des Vorläufers, Chania 2011, unter Berücksichtigung der engl. Fassung in St. Gregory Palamas, The Homilies, Mt. Thabor Publishing, Waymart PA 2009.

Share the Post